Γέρων Γερμανός Σταυροβουνιώτης
Αυτός, που θέλει να μιμηθή τον πράο και ησύχιο Κύριο, πρέπει να αγαπήση την ευλογημένη σιωπή. Τότε μόνο θα μπορεί να προφέρη αδιαλείπτως το πανάγιό Του όνομα και να εργάζεται διαρκώς το θέλημά Του «εξ όλης της ψυχής» του και με πόθο άγιο.
Γιά να αποκτήσης τη σιωπή και την ησυχία στην καρδιά σου, απόφευγε τις περιττές βιοτικές σκέψεις. Έτσι θα σωθείς και θα συγχορεύης με Αγγέλους.
Να ομιλείς μόνο όταν πρόκειται να πείς κάτι ανώτερο της σιωπής.
Ο πολύλογος, έστω κι αν είναι ρήτορας, πνευματικά δεν ευδοκιμεί.
Η αργολογία εκδιώκει από την καρδιά το χαροποιόν πένθος.
Σιώπα και ειρήνευε.
Να γνωρίζεις για ποιό σκοπό σιωπάς. π.χ. Αν με τη γλώσσα σιωπάς και με τον λογισμό σου κατακρίνης, δεν σε ωφελεί μία τέτοια σιωπή. Ούτε πάλιν ωφελεί να σιωπάς και στην καρδία σου να βασιλεύη μελαγχολία και απόγνωση.
Ένας Γέροντας, πολύ μεγάλος νηστευτής, είπε: «Εκείνη την ημέρα, που θα παραβιάσω ασκόπως την ευλογημένη σιωπή, δεν μπορώ ούτε κι αυτό τον κανόνα της νηστείας μου να τηρήσω, καθώς πρέπει».
Γιά τη σιωπή, που μ’ ερωτάς, πρέπει να ξέρεις ότι αυτή δεν έγκειται μόνο στη σιωπή της γλώσσας, αλλά προ παντός στη σιωπή των λογισμών. Αν δηλαδή σιωπά η γλώσσα σου, οι λογισμοί σου όμως κρίνουν και καταδικάζουν τους άλλους, ε! τότε αυτό δεν είναι σιωπή!
Είναι γραμμένο κάπου: «Μπορεί να ομιλής όλη την ημέρα, και όμως εσωτερικά να έχης ευλογημένη σιωπή, επειδή δηλαδή δεν θα λέγης εκείνα, που δεν αρμόζουν. Καί μπορεί να σιωπάς όλη την ημέρα, και όμως να μην τηρής θεάρεστα τη σιωπή, διότι ο λογισμός σου φλυαρεί και κατακρίνει».
Έλεγε κάποιος: «Αν και πολλές φορές μετάνοιωσα, επειδή μίλησα, όμως ποτέ μου δεν μετάνοιωσα, επειδή σιώπησα.»
Κι εγώ σε συμβουλεύω να ομιλής μόνο, όταν πρόκειται να πης κάτι, που είναι καλύτερο της σιωπής!
Όπως υπάρχει η καλή σιωπή, υπάρχει και η κακή. Όπως υπάρχει η καλή ομιλία, υπάρχει και η κακή.
Καλή σιωπή είναι η ταπεινή, η εσωτερική, αυτή, που συνοδεύεται με προσευχή, και γεμίζει την ψυχή με χαρά.
Κακή σιωπή είναι εκείνη, που την συνοδεύει η δειλία, η εσωτερική κατάκριση, η ολιγοπιστία, η θλίψη, η απόγνωση.
Καλή ομιλία είναι εκείνη, που λέγει τα σωστά και αναγκαία.
Κακή ομιλία είναι η αργολογία, η ευτραπελία, η κολακεία, η υποκρισία, ο θυμός, η οργή, η αισχρολογία, η κατάκριση, η συκοφαντία και όλα τα παρόμοια.
Πρέπει λοιπόν να αποκτήσουμε «νούν Χριστού» (Α’ Κορ. β’ 16), ώστε να μπορούμε να διακρίνουμε πότε θα πρέπει να μιλήσουμε και πότε θα πρέπει να σιωπήσουμε.

Ἀπό τό Γεροντικό
Ξεκίνησε κάποτε νά πάει νά ἐπισκεφθῆ τούς ἀσκητάς τῆς Νιτρίας ὁ Πατριάρχης τῆς Ἀλεξανδρείας Θεόφιλος. Στό δρόμο του συνάντησε ἕνα γέροντα Ἀσκητή.
Τί κέρδισες, Ἀββᾶ, ζώντας σ’ αὐτή τή μοναξιά; Ρώτησε ὁ Πατριάρχης.
Γνώρισα καλά τόν ἑαυτό μου, ἀποκρίθηκε ὁ Γέροντας, κι ἔμαθα νά τόν μέμφωμαι.
Μεγαλύτερο κέρδος ἀπ’ αὐτό εἶναι ἀδύνατο ν’ ἀποκτήση στή ζωή του ὁ ἄνθρωπος, παραδέχθηκε ὁ Πατριάρχης.
Σάν ἔφθασε στή σκήτη, βγῆκαν οἱ Πατέρες νά τόν ὑποδεχτοῦν κι ὁ καθένας ἔβρισκε κάποιο καλό λόγο νά τοῦ εἰπῆ. Μόνο ὁ Ὅσιος Παμβώ στεκόταν παράμερα ἀμίλητος.
Δέν θά πῆς κι ἐσύ τίποτε στόν Πατριάρχη γιά νά τόν ὠφελήσης; Τόν ρώτησαν οἱ Γέροντες.
Ἄν δέν ὠφεληθῆ ἀπό τή σιωπή μου, ἀδελφοί, οὔτε ὁ λόγος μου πρόκειται νά τόν ὠφελήση, ἀποκρίθηκε ὁ σοφός Πατήρ.