Ἕνα κορμί ἔδωσε ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο, καί μ᾿ αὐτό
τρώγεται μέρα-νύχτα…
τρώγεται μέρα-νύχτα…
Τὸ γυρίζει ἀπὸ δῶ, τὸ γυρίζει ἀπὸ κεῖ, τὸ μισογυμνώνει, τὸ
ξεγυμνώνει ὁλότελα,
ξεγυμνώνει ὁλότελα,
ξανὰ τὸ μισοντύνει, κ᾿ ἔτσι βασανίζεται, δὲν ξέρει τί νὰ τὸ
κάνῃ…
κάνῃ…
Ἔ, κακορρίζικε ἄνθρωπε, τὸ ξεγύμνωσες, τὸ γύρισες ἀπὸ δῶ κι᾿
ἀπὸ κεῖ.
ἀπὸ κεῖ.
Κ᾿ ἔπειτα, τί ἔκανες τάχα;
Τὸ βρώμισες, τὸ μόλεψες, τὸ κουρέλιασες, τὸ ρεζίλεψες, κι᾿ ἀκόμα
δὲν ἡσύχασες!
δὲν ἡσύχασες!
Θεάματα, πυροτεχνήματα, ταινίες, σαρκολατρεία, ἐξαχρείωση,
ζωὴ δίχως καμμιὰ οὐσία.
Δὲν πᾶς ν᾿ ἀπογευτῆς λίγη ἀληθινὴ ζωή.
Παρὰ κλείνεσαι μέσα στὰ σκοτεινὰ μπουντρούμια καὶ πασκίζεις
νὰ ψευτοζήσῃς μὲ τοὺς ἴσκιους, μὲ τὶς φωτογραφίες!
νὰ ψευτοζήσῃς μὲ τοὺς ἴσκιους, μὲ τὶς φωτογραφίες!
Τί καταδίκη ἔπαθες!
Τί κατάντημα, καὶ δὲν τὸ κατάλαβες!
«Ἄνθρωπος, ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκεν.
Κατελογίσθη τοῖς κτήνεσιν τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς».
«Ὁ ἄνθρωπος, ἐνῷ πλάστηκε τιμημένος δὲν τὸ κατάλαβε.
Λογαριάσθηκε μαζὶ μὲ τὰ ζῷα τὰ ἄλογα, κ᾿ ἔγινε ἕνα μ᾿ αὐτά».
Φώτης Κόντογλου