Γλυκό μυρμήγκιασμα η
πατρίδα,
πατρίδα,
βωμοί κι εστίες και
κόκκαλα ιερά προγόνων.
κόκκαλα ιερά προγόνων.
Ρίγος ζεσταίνει την
καρδιά.
καρδιά.
Και την ίδια ώρα που
μαλακώνει
μαλακώνει
απ’ του σπιτιού τη
θύμηση
θύμηση
και του πολύπαθου
λαού
λαού
τη σταυροαναστάσιμη
πορεία
πορεία
αντρειεύεται.
Η λεβεντιά σεμνή
νυμφεύεται
νυμφεύεται
τον ανώτερο σκοπό.
Πρόσωπα κι άλλα
πρόσωπα,
πρόσωπα,
γιοι και πατεράδες,
θα σφίγξουν τα χείλη
στο βοριά,
στο βοριά,
θα μισοκλείσουν τα
μάτια
μάτια
την ώρα που
αναθυμούνται
αναθυμούνται
περασμένους παιάνες
και λάβαρα και «ἐν
τούτω νίκα».
και λάβαρα και «ἐν
τούτω νίκα».
Η φωτιά-φοβούνται- θα
τους τραχύνει.
τους τραχύνει.
Κι αν το μάτι
αγριέψει,
αγριέψει,
την ψυχή δε θα την αφήσουν να βγάλει γένια.
Είναι που
η μάνα που τους σταυρώνει,
πριν το χωράφι, την
παντρειά και τη φωτιά,
παντρειά και τη φωτιά,
θα πει γι’ αυτούς
πατρίδα.
πατρίδα.
Ειρήνη
Ζαμάνη, 28 Οκτωβρίου 2016
Ζαμάνη, 28 Οκτωβρίου 2016