Πρωινό Ἰουνίου. Μιά ὥρα σχεδόν ἡ κατάβαση ἀπό τήν δυτική ἄκρη
τοῦ νησιοῦ στήν ἀνατολική, στίς ἀκτές μέ τίς ὄμορφες παραλίες, τίς
χρυσωμένες τήν γλυκύτατη ὥρα τῆς αὐγῆς ἀπ’ τό φῶς τοῦ ἥλιου. Τά βήματα
πιό γοργά ὅσο πλησιάζω, σέ λίγο θά τήν αἰσθανθῶ ὑγρή καί καθάρια στά
κουρασμένα μου μέλη. Ὤ Αἰγαῖο ἀπέραντο, τόσο πολύ τραγουδισμένο!
Θυμᾶμαι τόν δύσμοιρο ἐκεῖνο πατέρα πού στήν ὑποψία καί μόνο γιά τό
χαμό τοῦ παιδιοῦ του σοῦ παρέδωσε τό σῶμα, τό πνεῦμα καί τό ὄνομά του
νά τό φυλᾶς στήν αἰωνιότητα. Τσαλαβουτάω στά ρηχά. Βράχια σμιλεμένα
τόσο λεία ἀπ’ τήν ἁλμύρα σου ἑκατομμύρια χρόνια τώρα.
τοῦ νησιοῦ στήν ἀνατολική, στίς ἀκτές μέ τίς ὄμορφες παραλίες, τίς
χρυσωμένες τήν γλυκύτατη ὥρα τῆς αὐγῆς ἀπ’ τό φῶς τοῦ ἥλιου. Τά βήματα
πιό γοργά ὅσο πλησιάζω, σέ λίγο θά τήν αἰσθανθῶ ὑγρή καί καθάρια στά
κουρασμένα μου μέλη. Ὤ Αἰγαῖο ἀπέραντο, τόσο πολύ τραγουδισμένο!
Θυμᾶμαι τόν δύσμοιρο ἐκεῖνο πατέρα πού στήν ὑποψία καί μόνο γιά τό
χαμό τοῦ παιδιοῦ του σοῦ παρέδωσε τό σῶμα, τό πνεῦμα καί τό ὄνομά του
νά τό φυλᾶς στήν αἰωνιότητα. Τσαλαβουτάω στά ρηχά. Βράχια σμιλεμένα
τόσο λεία ἀπ’ τήν ἁλμύρα σου ἑκατομμύρια χρόνια τώρα.
Στιγμές χαρᾶς, ἀνεμελιᾶς, ἡσυχίας. Στιγμές φωτεινές τῆς ζωῆς μας, αἰώνιες. Στιγμές πού ἄλλοτε
τίς χρωματίζει ἡ μοναξιά κι ἄλλοτε τίς συνοδεύουν τά χαμόγελα τῶν
ἀγαπημένων μας. Ὅταν ἡ ψυχή δειλά ψηλαφεῖ τό ἀπόλυτο. Ὅταν ἀνοίγει
ἡ καρδιά στήν θέα τοῦ Θείου. Ὅταν ἡ κτιστή ματιά συναντᾶ τήν ματιά τοῦ
Κτίστη. Στιγμές ὑπαρξιακῆς ἀγωνίας, στιγμές ὅπου ὁ πόθος γιά τήν συνάντηση
μαζί Του ἐκπληρώνεται καί παρέχεται ὡς δῶρο σ’ αὐτόν πού δίψασε.
Στιγμές ὅπου μέσα ἀπό πόνο σάν μπουμπούκι ἀνθίζει ἡ ἐλπίδα, μέσα ἀπ’
τήν ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια ἀναβλύζει ἡ πίστη. Στιγμές ὄμορφες
τῆς ζωῆς μας. Ὅταν ὁ χρόνος σταματᾶ καί ὁ Θεός χαμογελᾶ μέσα ἀπ’ τά
σύννεφα…
τίς χρωματίζει ἡ μοναξιά κι ἄλλοτε τίς συνοδεύουν τά χαμόγελα τῶν
ἀγαπημένων μας. Ὅταν ἡ ψυχή δειλά ψηλαφεῖ τό ἀπόλυτο. Ὅταν ἀνοίγει
ἡ καρδιά στήν θέα τοῦ Θείου. Ὅταν ἡ κτιστή ματιά συναντᾶ τήν ματιά τοῦ
Κτίστη. Στιγμές ὑπαρξιακῆς ἀγωνίας, στιγμές ὅπου ὁ πόθος γιά τήν συνάντηση
μαζί Του ἐκπληρώνεται καί παρέχεται ὡς δῶρο σ’ αὐτόν πού δίψασε.
Στιγμές ὅπου μέσα ἀπό πόνο σάν μπουμπούκι ἀνθίζει ἡ ἐλπίδα, μέσα ἀπ’
τήν ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια ἀναβλύζει ἡ πίστη. Στιγμές ὄμορφες
τῆς ζωῆς μας. Ὅταν ὁ χρόνος σταματᾶ καί ὁ Θεός χαμογελᾶ μέσα ἀπ’ τά
σύννεφα…
Στιγμές πού τό “Δόξα σοι” ξεχειλίζει αὐθόρμητα, πού ἡ κραυγή τῆς εὐχαριστίας σου ἑνώνεται
μέ τίς φωνές ὅλων τῶν πλασμάτων πού Τόν ὑμνοῦν. Εἶναι ἡ χαρά τοῦ νά ἀφήνεσαι
στήν στιγμή, τοῦ νά μπορεῖς νά παραδοθεῖς ἄνευ ὅρων στήν ἀγκαλιά τῆς ἀγάπης
Του. Εἶναι ἡ χαρά τῆς ἀπόλυτης ἐμπιστοσύνης πού καταθέτεις στά πόδια
Του. Εἶναι ἡ χαρά τοῦ νά μπορεῖς νά ἀντικρίζεις μέ εὐθύτητα τά μάτια
τῶν ἀδελφῶν σου. Εἶναι ἡ χαρά τῆς ἑνότητας τοῦ κατακερματισμένου ἑαυτοῦ
σου. Εἶναι ἡ χαρά τῆς ἑνότητας ἐν Κυρίῳ Ἰησοῦ.
μέ τίς φωνές ὅλων τῶν πλασμάτων πού Τόν ὑμνοῦν. Εἶναι ἡ χαρά τοῦ νά ἀφήνεσαι
στήν στιγμή, τοῦ νά μπορεῖς νά παραδοθεῖς ἄνευ ὅρων στήν ἀγκαλιά τῆς ἀγάπης
Του. Εἶναι ἡ χαρά τῆς ἀπόλυτης ἐμπιστοσύνης πού καταθέτεις στά πόδια
Του. Εἶναι ἡ χαρά τοῦ νά μπορεῖς νά ἀντικρίζεις μέ εὐθύτητα τά μάτια
τῶν ἀδελφῶν σου. Εἶναι ἡ χαρά τῆς ἑνότητας τοῦ κατακερματισμένου ἑαυτοῦ
σου. Εἶναι ἡ χαρά τῆς ἑνότητας ἐν Κυρίῳ Ἰησοῦ.
Δοξολογία καί παράκληση μαζί! Νά μήν ἀπωλέσεις τήν χαρά, νά μήν χάσεις τήν κοινωνία μέ τόν
Θεό. Οἱ μικρές φωτεινές στιγμές τῆς ζωῆς σου πού σάν ὁδοδεῖκτες σέ κρατᾶνε
στόν δρόμο, νά πλημμυρίσουν τήν ὕπαρξή σου, ἔτσι πού ὅλη ἡ ζωή σου νά
γίνει μιά φωτεινή στιγμή στήν αἰωνιότητα. Νά πληρωθεῖ ἡ χαρά, νά ἑνωθεῖ
ἡ ψυχή πού τόσο τό ἐπιθυμεῖ μέ τό ἀπόλυτο.
Θεό. Οἱ μικρές φωτεινές στιγμές τῆς ζωῆς σου πού σάν ὁδοδεῖκτες σέ κρατᾶνε
στόν δρόμο, νά πλημμυρίσουν τήν ὕπαρξή σου, ἔτσι πού ὅλη ἡ ζωή σου νά
γίνει μιά φωτεινή στιγμή στήν αἰωνιότητα. Νά πληρωθεῖ ἡ χαρά, νά ἑνωθεῖ
ἡ ψυχή πού τόσο τό ἐπιθυμεῖ μέ τό ἀπόλυτο.
Σοῦ χαμογελῶ, Θεέ μου, γιά τήν κάθε μέρα πού μοῦ χαρίζεις νά εὐφραίνομαι μέ τίς θάλασσες καί τούς ἥλιους
καί τίς ἄπειρες κι ἀνείπωτες ὀμορφιές Σου. Ἀπολύτως μόνη σ’ αὐτή
τήν ἔρημη παραλία, ἐλαχιστότατη κουκκίδα στό ἄπειρο, μόνη σέ μιά
μοναδική στιγμή τῆς αἰωνιότητας. Θεέ μου, ὅσα ἔχω, ὅσα εἶμαι, λέω,
αἰσθάνομαι, σκέφτομαι εἶναι ποτισμένα ἀπό τόν λόγο Σου, δοσμένα ἀπό
Σένα.
καί τίς ἄπειρες κι ἀνείπωτες ὀμορφιές Σου. Ἀπολύτως μόνη σ’ αὐτή
τήν ἔρημη παραλία, ἐλαχιστότατη κουκκίδα στό ἄπειρο, μόνη σέ μιά
μοναδική στιγμή τῆς αἰωνιότητας. Θεέ μου, ὅσα ἔχω, ὅσα εἶμαι, λέω,
αἰσθάνομαι, σκέφτομαι εἶναι ποτισμένα ἀπό τόν λόγο Σου, δοσμένα ἀπό
Σένα.
Μά πές μου, ἀναρωτιέμαι σήμερα ἀπό τό πρωί, τίς ἀτελείωτες ὧρες πού δέν σοῦ ἀπευθύνω
τόν λόγο καί πού καμώνομαι ὅτι τάχα δέν εἶσαι ἐδῶ γύρω μά κάπου στό μακρινό
«ὑπερπέραν», ἔχουμε ἀλήθεια σχέση; Νοιώθω νά μοῦ ψιθυρίζεις κάθε
φορά μοναδική πού φῶς λούζει τήν ὕπαρξή μου πώς εἶσαι πάντα ἐδῶ. Κι ὕστερα
θυμᾶμαι λόγια ἐμψυχωτικά, πώς κάθε φορά πού ἀφήνω στήν ἄκρη τίς βεβαιότητες
τοῦ κόσμου τούτου, μόνο τότε μπορεῖ νά σέ συναντήσω.
τόν λόγο καί πού καμώνομαι ὅτι τάχα δέν εἶσαι ἐδῶ γύρω μά κάπου στό μακρινό
«ὑπερπέραν», ἔχουμε ἀλήθεια σχέση; Νοιώθω νά μοῦ ψιθυρίζεις κάθε
φορά μοναδική πού φῶς λούζει τήν ὕπαρξή μου πώς εἶσαι πάντα ἐδῶ. Κι ὕστερα
θυμᾶμαι λόγια ἐμψυχωτικά, πώς κάθε φορά πού ἀφήνω στήν ἄκρη τίς βεβαιότητες
τοῦ κόσμου τούτου, μόνο τότε μπορεῖ νά σέ συναντήσω.
Κι ἔρχονται στόν νοῦ μορφές ἀνθρώπων, ἀγαπημένων ἀδελφῶν νά μέ συγκινοῦν βαθιά γιατί μοῦ θυμίζουν τόν
κοινό λόγο ὕπαρξης, τόν κοινό σκοπό τῆς ζωῆς μας στόν δρόμο γιά τήν ἀναζήτησή
Σου. Καί βγαίνει αὐθόρμητα ἡ παράκληση «βόηθα με νά ἔχω τούς ἀνθρώπους
αὐτούς μέχρι τό τέλος καί ν’ ἀκούω τίς φωνές καί νά βλέπω τά πρόσωπά
τους, πάντα μέ τήν ἴδια συγκίνηση». Κι ὕστερα πάλι κάνε τήν σχέση μας
πιό δυνατή, ἔτσι πού κάποτε νά εἶμαι ἀληθινά σίγουρη, μακριά ἀπό
συναισθηματισμούς γιά τήν ὕπαρξή της. Θαλασσινό βοριαδάκι μοῦ χαϊδεύει
τά μάγουλα, κλείνω τά μάτια καί βυθίζομαι στήν στιγμή. Δόξα Σοι, Θεέ
μου, δόξα σοι»!
κοινό λόγο ὕπαρξης, τόν κοινό σκοπό τῆς ζωῆς μας στόν δρόμο γιά τήν ἀναζήτησή
Σου. Καί βγαίνει αὐθόρμητα ἡ παράκληση «βόηθα με νά ἔχω τούς ἀνθρώπους
αὐτούς μέχρι τό τέλος καί ν’ ἀκούω τίς φωνές καί νά βλέπω τά πρόσωπά
τους, πάντα μέ τήν ἴδια συγκίνηση». Κι ὕστερα πάλι κάνε τήν σχέση μας
πιό δυνατή, ἔτσι πού κάποτε νά εἶμαι ἀληθινά σίγουρη, μακριά ἀπό
συναισθηματισμούς γιά τήν ὕπαρξή της. Θαλασσινό βοριαδάκι μοῦ χαϊδεύει
τά μάγουλα, κλείνω τά μάτια καί βυθίζομαι στήν στιγμή. Δόξα Σοι, Θεέ
μου, δόξα σοι»!
Ἀναστασία Χατζηπαύλου