Τι είναι ευτυχία; Είναι το να ζει κανείς όπως ζούμε τώρα εμείς, με την Λ., οι δυο μας, απολαμβάνοντας την κάθε ώρα – τον πρωινό καφέ, δυο-τρεις ώρες ησυχίας το βράδυ. Καμιά «ειδική» συζήτηση. Τα πάντα είναι σαφή, και γι’ αυτό τόσο ωραία! Αν αρχίζαμε να ορίζαμε την ουσία αυτής της προφανούς ευτυχίας, ο καθένας θα το έκανε με διαφορετικό τρόπο. Ίσως να είχαμε και κάποια διαφωνία! Τα λόγια μου δεν θα της φαίνονταν σωστά, και το αντίστροφο. Παρεξήγηση! Και η ευτυχία θα συννέφιαζε. Καθώς πλησιάζουμε την ουσία ενός πράγματος, όλο και λιγότερα λόγια χρειάζονται. Στην αιωνιότητα, στη Βασιλεία θα χρειάζεται μόνο το «Άγιος, Άγιος, Άγιος», μόνο λέξεις δοξολογίας και ευχαριστίας, μόνο προσευχή και η λάμψη του πληρώματος και της χαράς. Να γιατί οι μόνες βαθιές και χρειαζούμενες λέξεις δεν είναι αυτές που περιγράφουν την πραγματικότητα (συζητήσεις), αλλά αυτές που είναι καθαυτό πραγματικές, και τέτοιες είναι το ίδιο το σύμβολο, η παρουσία και το μυστήριο της πραγματικότητας.
Αγαπώ το σπίτι μου, και μου φαίνεται πάντα σαν να πεθαίνω όταν το αφήνω για να περάσω τη νύχτα μου αλλού – η επιστροφή μου φαίνεται τόσο μακρινή! Είμαι πάντα γεμάτος χαρά όταν σκέφτομαι το σπίτι μου. Όλα τα σπίτια με τα φωτισμένα παράθυρα, πίσω από τα οποία ζουν άνθρωποι, μου δίνουν άπειρη χαρά. Θα μου άρεσε να μπαίνω στο καθένα απ’ αυτά, να αισθάνομαι τη μοναδικότητα του, την ποιότητα της ζεστασιάς του. Κάθε φορά που βλέπω έναν άνδρα ή μια γυναίκα να περπατούν με μια τσάντα για ψώνια, δηλαδή που πηγαίνουν στο σπίτι τους, σκέφτομαι γι’ αυτούς: γυρνάνε στο σπίτι, στην πραγματική ζωή, και νιώθω καλά, και κατά κάποιο τρόπο μου γίνονται αγαπητοί και οικείοι. Πάντοτε προβληματίζομαι: Τι να κάνουν άραγε οι άνθρωποι όταν δεν «κάνουν» τίποτε, όταν μόνο ζουν; Τότε ακριβώς είναι που η ζωή τους γίνεται σημαντική, όταν η μοίρα τους είναι καθορισμένη. Η απλή μεσοαστική ευτυχία περιφρονείται συχνά από όλων των ειδών τους ακτιβιστές, οι οποίοι αρκετά συχνά δεν συνειδητοποιούν το βάθος της ίδιας της ζωής και νομίζουν πως η ζωή είναι μια συσσώρευση δραστηριοτήτων. Ο Θεός μας προσφέρει τη Ζωή Του, κι όχι ιδέες, δόγματα, ή κανόνες. Στο σπίτι, όταν γίνουν τα πάντα, αρχίζει η ίδια η ζωή. Ο Χριστός ήταν άστεγος όχι επειδή περιφρονούσε την απλή ευτυχία – ο ίδιος είχε παιδική ηλικία, οικογένεια, σπιτικό -, αλλά επειδή παντού στον κόσμο «αισθανόταν σαν στο σπίτι του», στον κόσμο τον οποίο ο Πατέρας Του είχε δημιουργήσει ως τον «οίκο» του ανθρώπου. «Ειρήνη εν τω οίκω τούτω». Έχουμε το σπίτι μας και το σπίτι του Θεού, την Εκκλησία, και η βαθύτερη εμπειρία που έχουμε για την Εκκλησία είναι αυτή του «οίκου». Πάντοτε η ίδια και, πάνω απ’ όλα, η ίδια η ζωή – η Λειτουργία, το εσπέρας, το πρωί, η εορτή – και όχι μια δραστηριότητα. Βροχερή Κυριακή. Η σιωπή, η ερημιά αυτών των μικρών χωριών. Η χαρά της «ζωντανής» ζωής που εκτυλίσσεται πέρα από κάθε επιπόλαιο ακτιβισμό, χαρά που είναι η αληθινή ουσία της ζωής… Και αργά τη νύχτα, βροχή, φώτα και ζωή πίσω από καλοφωτισμένα παράθυρα. Αν δεν μας είχε δοθεί να τα αισθανόμαστε όλα αυτά, τι θα σήμαιναν άραγε οι λέξεις, «Σε υμνούμεν, Σε ευλογούμεν, Σοι ευχαριστούμεν…»; Αυτή είναι η ουσία της πίστης, και η απουσία της γίνεται ξεκίνημα μιας τρομακτικής απιστίας. Ποιος εφεύρε την ιδέα πως η πίστη αποτελεί λύση προβλημάτων; Η πίστη είναι πάντοτε η μεταφορά σε μια άλλη διάσταση, σ’ ένα άλλο επίπεδο, και γι’ αυτό είναι ο εκμηδενισμός των προβλημάτων, όχι η λύση τους. Τα προβλήματα προέρχονται επίσης από τον Διάβολο, που γέμισε την πίστη με βαβούρα και χυδαιότητα -έτσι η πίστη έγινε ένα πρόβλημα στον σύγχρονο κόσμο. Όλα αυτά τα λόγια δεν έχουν τίποτε το κοινό με την ουσία της ζωής, με τις γυμνές σειρές από μηλιές κάτω από ένα βροχερό, σαν ανοιξιάτικο, ουρανό, με την πραγματικότητα της καρδιάς και της ψυχής. Ο λόγος του Θεού, η προσευχή – υπήρξε εποχή που η θεολογία ήταν αυτός ο «λόγος του Θεού» – είναι όχι απλώς λόγια για τον Θεό, αλλά θείοι λόγοι, αποκάλυψη. Τι είναι προσευχή; Είναι η ανάμνηση του Θεού, η αίσθηση της παρουσίας Του. Είναι η χαρά που πηγάζει από αυτή την παρουσία. Πάντοτε, παντού, σ’ όλα τα πράγματα.π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν, (1921 – 1983), Ἡμερολόγιο.