Ἐδῶ στοῦ δρόμου τά μισά ἔφτασε ἡ ὥρα νά τό πῶ ἄλλα εἶναι ἐκεῖνα πού ἀγαπῶ γι’ ἀλλοῦ γι’ ἀλλοῦ ξεκίνησα.
Στ’ ἀληθινά στά ψεύτικα τό λέω καί τ’ ὁμολογώ. Σά νά ‘μουν ἄλλος κι ὄχι ἐγώ μές στή ζωή πορεύτηκα.
Ὅσο κι ἄν κανείς προσέχει Ὅσο κι ἄν τά κυνηγᾶ, πάντα πάντα θά ‘ναι ἀργά δεύτερη ζωή δέν ἔχει.
Ψάχνεις νά’ βρεις τί ἔφταιξε, πού πῆγαν οἱ ιδέες καί τά λόγια τά μεγάλα κι εὐγενικά, ἀναρωτιέσαι γιατί ἄλλα ἔχεις θαμμένα στήν καρδιά, κι ἀλλιώτικα πορεύεσαι. ***
Ἔχει δίκιο πού γράφει ἔτσι ὁ ποιητής, δέν ἔχει δεύτερη ζωή νά ξαναπροσπαθήσεις, κι ὅσο κι ἄν παλεύεις τίποτε δέν γίνεται, ἄν μπούσουλας δέν ὑπάρχει νά σέ βγάλει ἀπό τό σκοτάδι. Εἶναι ἡ μετάνοια ὁ μόνος τρόπος νά’ χει δεύτερη εὐκαιρία ἡ βιοτή μας. Γι αὐτό εἴμαστε στήν ἐκκλησία, ὄχι τῆς θρησκείας καί τοῦ νόμου τηρητές, ἀλλά τῆς Ζωής τῆς Ἀληθινής ἐραστές. Μέχρι τό τέλος, κάθε μέρα, κάθε στιγμή, ζητᾶμε νά γίνει ἡ ζωή Του ζωή μας, ἀεί χαίροντες, διψασμένοι γιά τό ὕδωρ τό ἀλλόμενον εἰς ζωήν αἰώνιον…