ΜΗΠΩΣ ΣΑΣ ΘΥΜΙΖΕΙ ΤΙΠΟΤΑ;

Στα Άρθρα by Ιερός ναός Ταξιαρχών Μοσχάτου

Το α­κό­λου­θο α­πό­σπα­σμα, που περιγράφει την πνευ­μα­τι­κή και η­θι­κή παρακμή των κα­τοί­κων της Κων­σταν­τι­νού­πο­λης, έχει γραφτεί από τον λόγιο μο­να­χό Ι­ω­σήφ Βρυ­έν­νιο (1350-1431), μερικά χρόνια πρίν την Άλωση. Μήπως σας θυμίζει τίποτα; (Τα σχόλια σε παρένθεση είναι δικά μας).

“Αν η ει­κό­να των τι­μω­ρι­ών, που μας ε­πι­βάλ­λει ο Θε­ός, προ­κα­λεί α­μη­χα­νί­α και σύγ­χυ­ση, ας α­να­λο­γι­σθού­με τους πα­ρα­λο­γι­σμούς μας και τό­τε θα εκ­πλα­γού­με για­τί α­κό­μη δε μας κτύ­πη­σε κε­ραυ­νός. Δεν υ­πάρ­χει κα­μιά μορ­φή δι­α­στρο­φής που να μην έ­χου­με δι­α­πρά­ξει σ΄ό­λη μας τη ζω­ή. Αυ­τές δε εί­ναι οι α­πο­δεί­ξεις:

Βα­πτι­στή­κα­με άλ­λοι δι’ α­πλής και άλ­λοι δια τρι­πλής κα­τά­δυ­σης, και έ­γι­νε ε­πί­κλη­ση του ο­νό­μα­τος της Α­γί­ας Τριά­δας, σε άλ­λους μί­α και σε άλ­λους τρεις φο­ρές. Οι πε­ρισ­σό­τε­ροι α­πό μας ό­χι α­πλώς α­γνο­ού­με τι ση­μαί­νει να εί­σαι Χρι­στια­νός, αλ­λά και πως α­κό­μη να κά­νου­με το σταυ­ρό μας ή, κι αν α­κό­μη το γνω­ρί­ζου­με, ντρε­πό­μα­στε να τον κά­νου­με. ( Άραγε σήμερα, ποιός είναι ο αριθμός των νεοελλήνων που βρίσκονται σ’ αυτή την κατάσταση;)

…Εί­μα­στε α­νί­κα­νοι να υ­πε­ρα­σπι­στού­με το ό­νο­μα του Θε­ού ό­ταν αυ­τό βλα­σφη­μεί­ται, ό­ταν θα έ­πρε­πε να πε­θά­νο­με γι’ Αυ­τόν. Α­πο­δί­δου­με το κοι­νό ό­νο­μα τον έ­χθρων του σταυ­ρού (διαβόλου) ο έ­νας στον άλ­λο, και το έ­χου­με συ­νέ­χεια στα χεί­λη μας. Κα­θη­με­ρι­νά α­να­θε­μα­τί­ζου­με και κα­τα­ρι­ό­μα­στε τους ε­αυ­τούς μας και τους άλ­λους . (Να που διατηρούμε και σε κάτι την… παράδοση !)

Πα­ρα­πο­νι­ό­μα­στε στο Θε­ό εί­τε βρέ­χει εί­τε δε βρέ­χει, εί­τε κά­νει κρύ­ο εί­τε κά­νει ζέ­στη, πως δί­νει πλού­το στον έ­να και α­φή­νει τον άλ­λο φτω­χό, πως πνέ­ει νο­τιάς ή έρ­χε­ται κα­ται­γί­δα α­πό το βο­ριά και εν­τε­λώς α­πλά με­τα­μορ­φω­νό­μα­στε σε α­δι­άλ­λα­κτους δι­κα­στές του Θε­ού. (Που να’ βλεπες σήμερα μακαριστέ Ιωσήφ, πως οι νεοέλληνες το έχουμε κάνει αυτό εθνικό σπόρ!)
Πολ­λοί α­πό μας α­δι­άν­τρο­πα βλα­σφη­μούν την Ορ­θό­δο­ξη πί­στη, το Σταυ­ρό, το Νό­μο, τους α­γί­ους, τον ί­διο το Θε­ό, ό­ταν α­κό­μη κι έ­νας ά­πι­στος δε θα το έ­κα­νε τό­σο πο­λύ. Οι πε­ρισ­σό­τε­ρες α­πό τις α­μαρ­τί­ες μας εί­ναι α­νε­ξο­μο­λό­γη­τες, κι έ­τσι εί­ναι και α­συγ­χώ­ρη­τες. (Μα και πολλές εξομολογημένες μπορεί να’ναι ασυγχώρητες, αφού πολλοί από μας τα λέμε τυπικά, χωρίς συναίσθηση, λες και δίνουμε συνέντευξη, μιά – δυό φορές τον χρόνο!)

…Αυ­τα­πα­τό­μα­στε ό­ταν πι­στεύ­ου­με στους α­στρο­λό­γους, πως η ύ­παρ­ξή μας δη­λα­δή κα­τευ­θύ­νε­ται α­πό τις Ώ­ρες, την Τύ­χη, τις Μοί­ρες , την Ει­μαρ­μέ­νη τα ση­μά­δια του Ζω­δια­κού κύ­κλου και των πλα­νη­τών… Με­ρι­κοί α­πό μας λα­τρεύ­ουν και χαι­ρε­τί­ζουν τη νέ­α σε­λή­νη… Προ­σέ­χου­με τα ό­νει­ρα και πι­στεύ­ου­με πως μας λέ­νε το μέλ­λον. Κρε­μά­με φυ­λα­χτά στο λαι­μό μας ε­ξα­σκού­με τη μαν­τεί­α. Κα­τα­φεύ­γου­με κα­θη­με­ρι­νά σε μά­γους, μάν­τεις, γύ­φτους, ε­ξορ­κι­στές α­να­ζη­τού­με στη μα­γεί­α τη θε­ρα­πεί­α κά­θε α­σθέ­νειας και δι­α­βά­ζου­με μα­γι­κά σε αν­θρώ­πους και ζώ­α. … (Τουλάχιστον τότε η επιστήμη ήταν σε νηπιακή μορφή. Τώρα παρά την (παρα)μόρφωσή μας, δεν υπάρχει κανάλι ή έντυπο που να μην κυριαρχεί η αστρολογία).

Α­πο­μα­κρυ­νό­μα­στε α­κό­μη πιο πο­λύ α­πό την α­ρε­τή ψά­χνον­τας συ­νε­χώς το κα­κό. Η φι­λί­α α­πω­θή­θη­κε και η κα­κεν­τρέ­χεια πή­ρε τη θέ­ση της. Ο α­δελ­φός ε­κμε­ταλ­λεύ­ε­ται τον α­δελ­φό, ο κά­θε φί­λος α­κο­λου­θεί το δρό­μο τής προ­δο­σί­ας… Δεν υ­πάρ­χει έ­λε­ος, ού­τε συμ­πά­θεια μό­νο μί­σος και α­ναί­δεια. (Νομίζουμε οι κακόμοιροι ότι αυτά λύνονται με την πολιτική και δεν καταλαβαίνουμε ότι είναι η πεπτωκυία μας φύση που τά προκαλεί).

Οι κύ­ριοί μας εί­ναι ά­δι­κοι, αυ­τοί που μάς κυ­βερ­νούν, αρ­πα­κτι­κοί, οι δι­κα­στές μας δι­ε­φθαρ­μέ­νοι, οι δι­αι­τη­τές μας ψεύ­τες, οι πο­λί­τες α­πα­τε­ώ­νες, οι ε­παρ­χι­ώ­τες χω­ρίς κρί­ση και οι πάν­τες εν γέ­νει ευ­τε­λείς. (Αυτό είναι σα να γράφτηκε… σήμερα!).

Οι παρ­θέ­νες μας εί­ναι πιο προ­κλη­τι­κές και α­πό τις πόρ­νες, οι χή­ρες εί­ναι πε­ρί­ερ­γες χω­ρίς λό­γο, οι παν­τρε­μέ­νες κο­ρο­ϊ­δεύ­ουν μια πί­στη που οι ί­δι­ες δε φυ­λάσ­σουν, οι νέ­οι εί­ναι χα­μέ­νοι στην α­κο­λα­σί­α, οι γέ­ροι πα­ρα­δο­μέ­νοι στο πι­ο­τό, οι ι­ε­ρείς έ­χουν ξε­χά­σει το Θε­ό, οι μο­να­χοί ξέ­φυ­γαν τε­λεί­ως α­πό το σω­στό δρό­μο, οι άν­θρω­ποι στον κό­σμο εί­ναι τό­σο χα­μέ­νοι ώ­στε με τα λό­για μεν να δί­νουν την ε­ξω­τε­ρι­κή εμ­φά­νι­ση της ευ­σέ­βειας, ε­νώ μέ­σα τους να αρ­νούν­ται κά­θε α­ρε­τή. Έ­χου­με πρό­σω­πο πόρ­νης και α­μαρ­τω­λού.

Εί­ναι τέ­τοι­α η σκλη­ρό­τη­τα της καρ­διάς μας, η λη­σμο­νιά μας, η τύ­φλα μας, ώ­στε να μην πι­στεύ­ου­με πλέ­ον πως δι­α­πράτ­του­με πρά­ξεις κα­κί­ας ό­τι υ­πο­φέ­ρου­με α­π’ αυ­τές, ό­ταν στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα εί­μα­στε οι ε­κτε­λε­στές τους και τα θύ­μα­τα τους… Αυ­τές και άλ­λες εί­ναι οι α­μαρ­τί­ες που μας κα­θι­στούν ά­ξιους των τι­μω­ρι­ών, με τις ο­ποί­ες o ο Θε­ός μας ε­πι­σκέ­πτε­ται ως πλη­ρω­μή γι΄αυ­τά τα λά­θη και άλ­λες ί­σης βα­ρύ­τη­τας κα­κο­ή­θει­ες”.

(Σ. Σ.) 700 χρόνια αργότερα όλα μοιάζουν θλιβερά ίδια. Ο Θεός της Αγάπης κανέναν δεν τιμωρεί, μα εμείς εξακολουθούμε να προτιμοῦμε το σκοτάδι μάλλον παρά το φως, κι η αμαρτία μας (όπως και τότε), έχει ως συνέπεια την αυτοτιμωρία… Κι εμείς που υποτίθεται πως είμαστε… θρησκευτικοί, ας θυμόμαστε ότι ο Κύριος είπε “πολλοί είναι οι κλητοί, ολίγοι δε οι εκλεκτοί”.