Φρίκη καί δέος στό ἄκουσμα τῆς λέξης πόλεμος. Θάνατος καί πόνος καί ἀπέραντη θλίψη. Φοβερή συσσώρευση ὅπλων μαζικοῦ θανάτου, βόμβες, βαρβαρότητα, ἐκρήξεις και καταστροφές. Ἑκατόμβες ἀθώων θυμάτων, θυσία φρικτή καί παράλογη στόν βωμό τῆς ἀνθρώπινης ἀστοχίας. Ἀπό τότε πού ὁ ἄνθρωπος διά τῶν πρωτοπλάστων ἀρνήθηκε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὁ θάνατος και ἡ φθορά εἰσῆλθαν στόν κόσμο. Πλῆθος οἱ ἀνομίες τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, κι ἀνάμεσά τους ὁ πόλεμος, ἀποτέλεσμα τοῦ μίσους, τῆς σκληροκαρδίας καί τῆς πλεονεξίας. Ἀκραία ἔκφραση τῆς ἁμαρτίας στήν πράξη, παρακοή τῆς Θείας προσταγῆς «οὐ φονεύσεις», ἄρνηση τοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς μεγίστης ἐντολῆς τοῦ Κυρίου, «Ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν.
Σέ ὅλη τήν καταγεγραμμένη ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος, ἐλάχιστες ὑπῆρξαν οἱ ἡμέρες πού δέν γίνονταν μάχες σέ κάποιο μέρος τοῦ πλανήτη. Ἀσταμάτητοι οἱ πόλεμοι, ἀτέλειωτη ἡ βία, ἀστείρευτος ὁ πόνος. Κι ὅμως οἱ ἄνθρωποι συνεχίζουν νά ἀλληλοσκοτώνονται πολεμώντας, ἄλλοτε ὁ ἰσχυρός ἐναντίον τῶν αδυνάτων, ἄλλοτε ἀδελφός ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ, κι ἄλλοτε ὅλοι ἐναντίον ὅλων.
Πολλοί ἔγραψαν και κήρυξαν ἐναντίον τοῦ πολέμου. Φιλόσοφοι και λογοτέχνες, πολιτικοί και στοχαστές, διατύπωσαν θεωρίες γιά τό πώς θά σταματήσουν οἱ πόλεμοι καί θά ἐπικρατήσει εἰρήνη στήν ἀνθρωπότητα. Κινήματα οὐτοπικά γέμισαν μάταιες ἐλπίδες τούς ἀνθρώπους γιά παγκόσμια εἰρήνη, κινήματα μαχητικά ἔκαναν πολέμους καί διώξεις προσπαθώντας νά ἐπιβάλλουν διά τῆς βίας (!) τήν εἰρήνη. Ἀκόμα καί κάποιες Χριστιανικές ὁμολογίες πίστεψαν πώς ἄν δημιουργηθοῦν Χριστιανικές κοινωνίες θά σταματήσουν οἱ πόλεμοι. Καμμία ὅμως ἀπό ὅλες αὐτές τίς θεωρίες δέν ἐπαληθεύτηκε.
Τό μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου ὅμως εἶναι σαφέστατο κι ὁ λόγος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ κατηγορηματικός : Ὁ κόσμος αὐτός θά τελειώσει μέσα σέ πολέμους καί καταστροφές, ὄχι ἐπειδή τό θέλει ὁ Θεός, ἀλλά γιατί οἱ ἄνθρωποι Τόν ἀρνηθήκαμε καί προτιμήσαμε τήν βία, τό μίσος, τήν ἀσυγχωρησία, τήν ἐκδίκηση. Παραδομένοι στήν ἁμαρτία μας, πορευόμαστε στά ἔσχατα καταστρέφοντας τόν συνάνθρωπο κι ὅλο τό οἰκοσύστημα. Ἀρνούμεθα νά ἀκολουθήσουμε τόν λόγο Του: Ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου καί μισήσεις τόν ἐχθρόν σου. ἐγώ δέ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν καί προσεύχεσθε ὑπέρ τῶν διωκόντων ὑμᾶς. Ὅσοι ἀπό τούς ἀνθρώπους βιώσουν τήν ἐντολή τῆς ἀγάπης καί συνταχθοῦν μέ τόν ἐσταυρωμένο Χριστό θά προγευτοῦν τήν Βασιλεία του ἀπό αὐτήν ἐδῶ τήν ζωή καί θά σωθοῦν στήν μέλλουσα. Ἠ Ἐκκλησία, ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἰδρύσεώς της ἀρνήθηκε τήν βία καί τόν πόλεμο. Ἐκατομμύρια μάρτυρες μέσα στήν ἱστορία θυσιάστηκαν γιά τόν Χριστό καί ἁγίασαν ἀκολουθώντας τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ: Ἠκούσατε ὅτι ἐρρέθη, Ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ καὶ ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος. ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ· ἀλλ’ ὅστις σε ῥαπίζει εἰς τὴν δεξιὰν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην. Οἱ Χριστιανοί δέν ἔκαναν αἱματηρές ἐξεγέρσεις, ἀλλά πραγματοποίησαν τήν πιό ἐπαναστατική πράξη στήν ἱστορία. Στράφηκαν ἐνάντια στήν δική τους ἁμαρτία, ἐνάντια στήν δική τους φιλαυτία, ἀκολουθώντας τούς Ἁγίους πού ἔλεγαν «ἄλλαξε ἐσύ ὁ ἴδιος και μαζί σου ἀλλάζουν χιλιάδες ἄλλοι!», κι ἔγιναν παράδειγμα φωτεινό, μεταλαμπαδεύοντας τό φῶς καί τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ στούς συνανθρώπους τους.
Ὡστόσο, οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας στήν πορεία τοῦ χρόνου ἔκαναν μία διάκριση στήν ἀντιμετώπιση τοῦ πολέμου. Συγκατανεύοντας στήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία καί τόν πόνο, διαχώρισαν τόν ἐπιθετικό πόλεμο, ἀπό τόν ἀμυντικό καί τόν ἐθνικοαπελευθερωτικό. Δικαιολόγησαν τήν ἄμυνα ἀπέναντι στήν ἀπάνθρωπη ἐπίθεση, γιά νά σώσουν οἱ ἀδικούμενοι τίς οἰκογένειές τους, τά παιδιά τους καί τό βιός τους. Φρόντισαν ὅμως σέ ὅσους γυρνούσαν ἀπό τόν πόλεμο νά τούς ἐπιτιμοῦν μέ τρία χρόνια ἀποχή ἀπό τήν Κοινωνία, γιά νά μήν ξεχνοῦν ὅτι ὁ φόνος εἶναι ἁμαρτία. Λέγει χαρακτηριστικά ὁ Μ. Βασίλειος τόν τέταρτο αἰώνα : « Τούς φόνους πού ἔγιναν στούς πολέμους, οἱ πατέρες δεν τούς λογάριασαν ὡς φόνους… συγχώρεση ἔδωσαν σέ ὅσους ἀμύνθηκαν ὑπέρ εὐσεβείας καί σωφροσύνης. Καί ὅσους σκότωσαν στόν πόλεμο τούς ἔβαλαν ἐπιτίμιο ν’ ἀπέχουν μόνο τρεῖς χρόνους ἀπό τήν Θεία κοινωνία.» (επιστ. 188, 13) Κατά τήν διάρκεια τῶν χιλίων χρόνων τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, πάμπολλες ἦταν οἱ φορές πού ἡ Ἐκκλησία εὐλόγησε τόν Βυζαντινό στρατό στήν ἀρχή ἤ τήν διάρκεια τῶν μαχῶν. Γνωστή σέ ὅλους εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ Πατριάρχη Σέργιου, ὁ ὁποῖος τό 626 μ. Χ., κρατώντας τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας γύριζε τά τείχη τῆς Κωνσταντινουπόλεως, εὐλογώντας καί ἐμψυχώνοντας τούς ἀμυνομένους.
Φρίκη καί ὁδύνη ὁ πόλεμος, ἀκραία ἔκφραση τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας. Ζοφερό καί ἀβέβαιο τό μέλλον τοῦ πλανήτη. Κι ὅπως λέγει ὁ μακαριστός Γέροντας Σωφρόνιος, χωρίς μετάνοια, χωρίς Χριστό, ἐλπίδα δεν ὑπάρχει γιά τό ἀνθρώπινο γένος : “ Ἡ γηῒνη ἀτμόσφαιρα ἀποπνέει ὀσμήν αἵματος. Ἡ οἰκουμένη τρέφεται καθ’ ἑκάστην δι’ εἰδήσεων περί φόνων καί βασανισμῶν τῶν ἡττηθέντων εἰς ἀδελφοκτόνους συγκρούσεις. Τά μέλανα νέφη τοῦ μίσους καλύπτουν ἀπό τῶν ὀφθαλμῶν ἡμῶν τό Οὐράνιο Φῶς. Οἱ ἄνθρωποι μόνοι δημιουργοῦν δι ’ἑαυτοῦς τήν κόλασιν αὐτῶν. Ἄνευ τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀλλαγῆς ἡμῶν διά τῆς μετανοίας, δέν θά ἐπέλθη ἡ λύτρωσις τοῦ κόσμου, λύτρωσις ἐκ τῆς φοβερωτέρας πασῶν τῶν ἀρῶν, τοῦ πολέμου. Ἐκτός τοῦ Χριστοῦ, ἄνευ τοῦ Χριστοῦ, δέν ὑπάρχει λύτρωσις εἰς τήν τραγωδίαν τῆς ἐπιγείου ἱστορίας τῆς ἀνθρωπότητος”.π.Χρ.Φωτογραφίες: Γιάννης Κόντος